Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013

Προς νέους ιατρούς

 
Είναι αναμφισβήτητο γεγονός πως κατά τη διάρκεια των σπουδών μας στην Ιατρική δε μαθαίνουμε τίποτα ουσιαστικό και πρακτικό. Κανείς δεν υπάρχει να μας κατατοπίσει για το πώς να οργανώσουμε το πρόγραμμα της μελέτης μας, κανείς δεν ενδιαφέρεται να μας δείξει το πώς συνδέονται οι χιλιάδες σελίδων από θεωρητικές γνώσεις με την καθημερινή ιατρική πράξη και κανείς δεν μας δείχνει πώς πρέπει να εξετάζουμε σωστά, συστηματοποιημένα και στοχευμένα. Και το χειρότερο είναι πως κανείς δεν ενδιαφέρεται –ίσως γιατί δεν μπορεί- να μας υποδείξει το πώς θα προσεγγίζουμε έναν ασθενή, το πώς θα παίρνουμε σωστά το ιστορικό, το πώς θα επεξεργαζόμαστε τις πληροφορίες που αντλούμε από το ιστορικό και από την αντικειμενική εξέταση, το πώς θα σχεδιάζουμε τη διαγνωστική μας προσέγγιση ώστε να μην πελαγοδρομούμε μέσα στο πέλαγος των εργαστηριακών εξετάσεων, το πώς θα αποφασίζουμε για τα θεραπευτικά μας βήματα. Εμένα όλη αυτή η κατάσταση στο πανεπιστήμιο με είχε κάνει να νιώθω μια απέραντη μοναξιά, και αυτό όχι γιατί ήμουν ξεχωριστός -μια μετριότητα ήμουν- αλλά γιατί έπρεπε εντελώς μόνος μου να βρω τον τρόπο να μάθω κάτι τις.
Την ίδια απέραντη μοναξιά ένιωσα και στο αγροτικό, όπου κλήθηκα να εφαρμόσω για πρώτη φορά τις γνώσεις μου πάνω σε πραγματικό άνθρωπο, και την ίδια μοναξιά ένιωσα και στην ειδικότητα, και κατά την προσπάθειά μου να γράψω τα πρώτα μου άρθρα και να κάνω τις πρώτες μου ερευνητικές προσπάθειες, αλλά και στην μετέπειτα πορεία μου, με εξαίρεση κάποιες μικρές περιόδους όπου είχα την τύχη να γνωρίσω μερικούς σπάνιους ανθρώπους που είχαν τη διάθεση να μου πουν με τον τρόπο τους κάποια πράγματα.

Μετά από πολλά χρόνια στον ιατρικό χώρο, και αφού πέρασα από κάθε βαθμίδα της παροχής υπηρεσιών υγείας –αγροτικό, κέντρο υγείας, ιατρεία ΙΚΑ, ιδιωτικό ιατρείο, κλινικές με διαφορετικά αντικείμενα, τακτικά ιατρεία νοσοκομείων, επείγοντα, μονάδα εντατικής θεραπείας- καταστάλαξα στο αναμφισβήτητο συμπέρασμα πως όλα θα ήταν καλύτερα για μένα αν υπήρχε κάποιος, σε κάθε μου βήμα, να με συμβουλεύει και να με καθοδηγεί.
Επειδή κάτι τέτοιο δεν υπήρξε ποτέ στην ιατρική μου σταδιοδρομία, και επειδή οι ιατρικές σχολές οδεύουν από το κακό στο χειρότερο για λόγους λίγο πολύ γνωστούς σε όλους, και επειδή η κρισιμότερη περίοδος για την κατάρτιση ενός γιατρού είναι η περίοδος της ειδικότητάς του, αποφάσισα να αρχίσω να καταγράφω αυτά που θα ήθελα να μου είχαν πει εμένα όταν ξεκινούσα την πορεία μου στην ιατρική και ειδικότερα όταν ξεκινούσα την ειδικότητά μου.

Αυτά θα γράψω, και θα τα γράψω όχι με την έπαρση κάποιου που γνωρίζει αλλά με τη σκέψη πως θα γυρίσω πίσω, τότε που ήμουν ειδικευόμενος, και εγώ θα στέκομαι δίπλα στον άπειρο εαυτό μου και θα τον συμβουλεύω.

Και για να αρχίσω με κάτι, ίσως με το πιο ουσιαστικό απ’ όλα, θα του έλεγα πως οφείλει να βάζει τον εαυτό του στη θέση του αρρώστου, ή στη θέση κάποιου συγγενή του αρρώστου, έστω, γιατί για να γίνεις καλός γιατρός πρέπει να γίνεις πρώτα ένας ασθενής, και αυτό δε σημαίνει βέβαια πως ο καλός γιατρός πρέπει προηγουμένως να ασθενήσει αλλά σημαίνει πως ο καλός γιατρός πρέπει να καταφέρει να έρθει στη θέση του αρρώστου. Αυτό βέβαια απαιτεί μόρφωση, παιδεία, ευαισθησίες που ελάχιστοι γιατροί διαθέτουν γιατί ελάχιστοι γιατροί έγιναν γιατροί επειδή αγαπούσαν πραγματικά την ιατρική –δηλαδή την ιατρική τέχνη και τον άρρωστο. Οι περισσότεροι ακολούθησαν αυτόν το δρόμο είτε για να αναλάβουν την επιχείρηση-ιατρείο του μπαμπά είτε γιατί πίστευαν πως θα βγάλουν χρήματα, πως θα έχουν κοινωνική καταξίωση, πως θα τους τραβάνε υποκλίσεις κάθε μέρα, κ.λ.π.
Η πλειοψηφία των γιατρών είναι αδιάφοροι, υπερόπτες, εγωιστές, σκληρόκαρδοι και ωχαδερφιστές και αυτό το κατανοείς εύκολα αν κοιτάξεις προσεκτικά τους γιατρούς που σε περιστοιχίζουν και το περίεργο είναι πως κάθε γιατρός, ακόμη και ο γιατρός που συμπεριφέρεται ανάρμοστα, αναρωτιέται στις συζητήσεις «πού θα πέσω αν αρρωστήσω».
Οι ασθενείς προστρέχουν κοντά στο γιατρό που τους μιλά, που τους αφήνει να του μιλήσουν, που τους εξηγεί, που τους συμπονά και αυτό δεν θα το καταλάβεις ποτέ αν δεν βρεθείς στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, όπου η σχέση ασθενή-γιατρού είναι πιο προσωπική –τότε μόνο θα καταλάβεις πόσο και πόσα χάνει ο γιατρός που συνεχίζει την προσφιλή τακτική των παλιών γιατρών «εγώ ξέρω, ό,τι σου πω εγώ, αυτό που σου λέω εγώ, κ.λ.π.» και τότε θα καταλάβεις πόσο και πόσα κερδίζει ο γιατρός που συμπεριφέρεται όπως θα έπρεπε, όπως δηλαδή θα ήθελες να σου συμπεριφερθεί ο δικός σου γιατρός όταν θα αρρωστήσεις.
Αφού λοιπόν αποφάσισες να γίνεις γιατρός, και επειδή είσαι ακόμη στην αρχή της σταδιοδρομίας σου, κοίταξε τους τριγύρω σου, προσπάθησε να εντοπίσεις τους συναδέλφους σου που αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση και απέφυγε τους γιατρούς που αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγήν και χάραξε το δικό σου δρόμο.
Θα τα πούμε σύντομα με πρακτικές συμβουλές για το τι να κάνεις κατά την ειδικότητά σου.

Υ.Γ.
Είχα διαβάσει στο παγκοσμίως γνωστό Harrison's principles of Internal Medicine την εξής ακόλουθη φράση:
"Μην ασχολείσαι με τις ασθένειες που έχει ο άρρωστος
αλλά να ασχολείσαι με τον άρρωστο που έχει τις ασθένειες" 

Δε νομίζω πως υπάρχει καλύτερο μότο για ένα γιατρό...

2 σχόλια:

Ολγα είπε...

Κι όταν όλοι γύρω σου οι συνάδελφοι- από επιμελητή, διευθυντή και συνειδικευόμενους-είναι τόσο σκληρόκαρδοι, υπερόπτες και εγωιστές με αρνητικό αντίκτυπο στην εκπαίδευσή σου και φυσικά στον ψυχισμό σου, τι μπορείς να κάνεις; Πώς να αντιδράσεις; Πώς να προχωρήσεις όταν είσαι τόσο μα τόσο μόνος;

Γιάννης Ζαχάρος είπε...

Έτσι κι αλλιώς μόνοι είμαστε στην άσκηση της ιατρικής! Άνοιξε τα μάτια σου, άνοιξε και τα αυτιά σου και μάθε... κάποτε, ίσως σου δοθεί η ευκαιρία να δείξεις τον δρόμο της εξόδου σε όλους αυτούς!